Η μετατραυματική διαταραχή ή διαταραχή μετατραυματικού στρες, είναι μία αγχώδης διαταραχή που εκδηλώνεται μετά την έκθεση σε ένα τραυματικό γεγονός όπου το άτομο βίωσε ο ίδιος ή ως μάρτυρας και απειλήθηκε η σωματική του ακεραιότητα. Τέτοιου είδους γεγονότα περιλαμβάνουν θάνατο, βίαιες πράξεις όπως βιασμό ή σεξουαλική κακοποίηση, φυσικές καταστροφές όπως σεισμό, τροχαία ατυχήματα ή πόλεμο.
Το άτομο μπροστά σε μια τέτοια απειλή αντιδρά αρχικά με φόβο και απελπισία ενώ αργότερα κατακλύζεται από συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης με κάθε αναβίωση του γεγονότος καθώς επίσης και με αποφυγή σε οτιδήποτε θυμίζει το βίωμα του τραύματος. Τα παραπάνω συμπτώματα δημιουργούν σημαντική δυσλειτουργία και δυσφορία στο άτομο ενώ κυριαρχούν για διάστημα άνω του ενός μήνα από την τραυματική εμπειρία. Η αναβίωση του τραυματικού γεγονότος μέσα από σκέψεις, εικόνες, συναισθήματα, λέξεις ή αντικείμενα μπορεί να προκαλεί στο άτομο τρομακτικές σκέψεις, εφιάλτες ή σωματικά συμπτώματα όπως ταχυπαλμίες, υπερδιέγερση και μούδιασμα προκαλώντας έτσι ενόχληση στην καθημερινότητά του.
Άλλα συμπτώματα της μετατραυματικής διαταραχής μπορεί να είναι η αποφυγή συμπεριφορών ή καταστάσεων που δημιουργούν μνήμες γύρω από το τραυματικό γεγονός όπως για παράδειγμα η άρνηση για οδήγηση μετά από ένα τροχαίο ατύχημα. Συμπτώματα υπερδιέγερσης επίσης, μπορεί να είναι σχεδόν μόνιμα στο άτομο με τη συγκεκριμένη διαταραχή επηρεάζοντας σημαντικά τον ύπνο, την όρεξη ή και τη συγκέντρωση του.
Η συγκεκριμένη είναι μία διαταραχή που μπορεί να εμφανιστεί σε όλες τις ηλικίες, συνήθως μετά από μήνες αλλά σε πολλές περιπτώσεις και ύστερα από χρόνια μετά την έκθεση στο τραυματικό γεγονός. Τα παιδιά έχουν διαφορετικές αντιδράσεις στο τραύμα από ότι οι ενήλικες εκδηλώνοντας συμπτώματα όπως φόβο αποχωρισμού από το γονιό σε πολύ μικρές ηλικίες, προβλήματα συγκέντρωσης, επιθετικότητα, κατάθλιψη, ακόμα και σωματικές ενοχλήσεις.
Η συνύπαρξη προβλημάτων χρήσης ή τοξικομανίας σε ένα άτομο με τη συγκεκριμένη διάγνωση, στρέφει αρχικά τη θεραπεία προς την απεξάρτηση πριν από οποιαδήποτε θεραπευτική παρέμβαση. Η θεραπεία της ανωτέρω διαταραχής στοχεύει στην μείωση των συμπτωμάτων αλλά και στην επανένταξη του ατόμου σε μία καθημερινότητα χωρίς φόβο και αποφυγή.